Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



καβάλα, η


Ερμηνεία:

[η ιππασία, το να ταξιδεύει κανείς καθισμένος στη ράχη ίππου, ημιόνου ή γαίδουριού] [Μεσαιων. καβάλλης ίππος < Λατιν. caballus]… σου πρέπει και καβάλα……[Άσπρη σαν το χιόνι]

 



Ετυμολογία:

[(Μεσαιων.)< καβάλλης (ίππος) < Λατιν. caballus]

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: